"Η αποδοχή", της Ειρήνης Νομικού

 "Περήφανες φωνές" Λογοτεχνικό Αφιέρωμα της ΦΩΝΗΣ ΤΗΣ με αφορμή το Pride (14/6/2025). 

 Το Pride γεννήθηκε από την αντίσταση — όταν, το 1969, μέλη της lgbtq κοινότητας, τρανς γυναίκες, μαύρες και λατίνες θηλυκότητες στάθηκαν απέναντι στην αστυνομική βία. Ύστερα από τα γεγονότα του Stonewall, ξεκίνησε ο παγκόσμιος αγώνας. Από τότε, η υπερηφάνεια δεν είναι μόνο γιορτή, είναι φωνή, μνήμη και διεκδίκηση βασικών ανθρώπινων δικαιωμάτων. Σε αυτό το πνεύμα τα μέλη του δικτύου Η ΦΩΝΗ ΤΗΣ μοιράζονται ιστορίες — αληθινές ή μυθοπλαστικές — που αγγίζουν ζητήματα ταυτότητας, σώματος, επιθυμίας, κοινότητας, αλληλεγγύης, ή ό,τι άλλο συνδέεται με την έννοια της περηφάνειας ως πράξη θηλυκότητας και αντίστασης. 

Επιμέλεια αφιερώματος,  Ελένη Γούλα 

Η πόρτα έκλεισε. Το περιστατικό έφυγε. Η Σοφία καθόταν και κοίταζε αποσβολωμένη την κλειστή πόρτα.

Μετά γύρισε το βλέμμα της, στη φωτογραφία της Τζένης που ήταν στο γραφείο της. Εκείνη, πιστή, της χαμογελούσε. Στέκεται εκεί και της χαμογελάει σχεδόν δέκα χρόνια. Ένιωθε τόση ευγνωμοσύνη γι αυτό το χαμόγελο! Ένα κύμα αγάπης σαν αέρας που μπήκε από το παράθυρο την κατέκλυσε και τη γέμισε αισιοδοξία.

Πόσα χρόνια δουλεύω γι αυτό; σκέφτηκε αλλά, τι σημασία έχει; Αρκεί που το πέτυχα! Αρκεί που το ζω.

Επέστρεψε πάλι στο μυαλό της η εικόνα του δεκαπεντάχρονου κοριτσιού, με τα χέρια χαρακωμένα. Το βλέμμα της στο κενό, να αγναντεύει θυμωμένο, όπως ο απεργός πείνας που σπρώχνει το φαγητό. Η φωνή της μάνας: “έχουμε δει πολλούς ψυχολόγους… μας έστειλε σε σας η παιδοψυχίατρος… σας παρακαλώ, βοηθήστε μας”. Ενοχοποιημένη, να παλεύει με τα κύματα σε έναν ωκεανό αγωνίας.

Η Σοφία ένιωσε ανακούφιση όταν έκλεισε η πόρτα.

 “ Εσένα ποιος σου αρέσει;” την ρωτούσε επίμονα η φίλη της η Μαρία.

“Σου είπα, κανένας”, της απαντούσε εκείνη και βυθιζόταν στη θλίψη και την ντροπή.

 

“Μα καλά δεν θα βγεις;” τη ρωτούσε επίμονα η μάνα της κάθε Σάββατο βράδυ.

“Παράτα με ήσυχη πιά. Έχω διάβασμα. Τόσο πολύ σε ενοχλώ; Κλείσε την πόρτα”.

Μιά εφηβεία στην ερημιά, στην ντροπή, στη σιωπή, στο αδιέξοδο. Άραγε, στάθηκε τυχερή που δεν είχε τη δύναμη να χαρακωθεί;

Μετά το Πανεπιστήμιο. Ψυχολογία, για να γνωρίσει την ανθρώπινη ψυχή μήπως και να αποδεχτεί τη δική της. Η κολλητή της η Ελένη. Συμφοιτήτρια.

“Ντύσου πιο γυναικεία κορίτσι μου; Δεν βλέπεις την Ελένη; Εσένα ποιος θα γυρίσει να σε κοιτάξει με αυτά τα αμπέχωνα; Πες και εσύ κάτι βρε Μπάμπη; Δίκιο δεν έχω;”

Ο Μπάμπης, ο πατέρας, γύρισε και την κοίταξε απαξιωτικά και επέστρεψε το βλέμμα στην τηλεόραση. Σιωπηλός, ανύπαρκτος, πάντα απών. Την ντρόπιασε περισσότερο το βλέμμα του και η σιωπή του.

Την είχε ερωτευτεί την Ελένη. Έκανε όνειρα. Νόμιζε ότι και η Ελένη ήθελε το ίδιο. Θυμάται πόσο διστακτικά την αγκάλιασε από τους ώμους εκείνη τη μία και μοναδική φορά. Μετά τη φίλησε. Πόσο ευτυχισμένη ένιωσε για πρώτη φορά στη ζωή της. Τις επόμενες μέρες ζούσε στα σύννεφα. Νόμιζε ότι και η Ελένη ζούσε το ίδιο.

Μετά όμως η Ελένη φλέρταρε με τον Γιάννη από τη σχολή.

“Ο Γιάννης σε φλερτάρει;” την ρώτησε.

“Πώς σου ‘ρθε αυτό; Ούτε έναν άλλο φίλο δεν μπορώ να χω;” της απάντησε.

Όταν τους είδε χεράκι χεράκι, ένιωσε την καρδιά της να ξεριζώνεται. Ένιωσε προδομένη. Κλείστηκε πάλι στο δωμάτιο για μήνες και απέφευγε πια συστηματικά την Ελένη. Ούτε όμως και εκείνη την ξαναπλησίασε.

Στη συνέχεια, ήρθε η Βαρκελώνη, το μεταπτυχιακό. Εκει ένιωθε απελευθερωμένη. Γυναίκες, φλερτ, έρωτες, κλαμπ.

Πώς ζούσα τόσα χρόνια; σκεφτόταν. Ξεσάλωμα.

Έκανε και σχέσεις ή μάλλον έβγαινε από τη μία σχέση και έμπαινε στην άλλη. Συνήθως όμως ήταν η πρώτη που απατούσε. Δεν άντεχε πολύ σε μιά σχέση. Πνιγόταν.

Μετά από κάποια χρόνια ένιωσε το κενό.

Γύρισε Αθήνα και έπεσε με τα μούτρα στη δουλειά. Της άρεσε η δουλειά της. Όταν όμως έβγαζε τον χιτώνα του ειδικού, ένιωθε την ενοχή και την ντροπή να την περιμένουν σε κάθε γωνία. Γι αυτό ξεκίνησε και συστηματικά ψυχοθεραπεία με την Άντα.

Όταν είπε, στη συνεδρία, ότι γνώρισε τη Σοφία, η Αντα την προέτρεψε:

“Επέτρεψε στον εαυτό σου να το ζήσεις. Να ερωτευτείς. Να αγαπήσεις. Να αγαπηθείς”.

Εκείνη όμως, πιστή στην “αποδόμηση”:

“Καλά τώρα, δεν μιλάμε για “σχέση”. Δεν είμαι έτοιμη για τέτοια. Δεν ξέρω αν θα μαι και ποτέ, δηλαδή”.

Τότε ήταν που η Άντα επέμεινε στο αυτονόητο:

“Δέξου τον φόβο σου. Όταν αποδεχτούμε και αγαπήσουμε τον εαυτό μας, μπορούμε να αγαπήσουμε, να αποδεχτούμε και να βοηθήσουμε και τους άλλους”.

“Μα πώς; Εγώ είμαι ήδη καλή θεραπεύτρια”, της απάντησε θυμωμένη και με στόμφο.

Κι όμως, σήμερα αναγνωρίζει ότι αυτή είναι η αλήθεια. Η σχέση της με την Τζένη, η αγάπη, ήρθε μετά από πολύ δρόμο. Χρειάστηκε τόνους αυτοαποδοχής, σκέφτεται χαμογελώντας, και χρειάζομαι κι άλλο.

Πονάνε οι μνήμες που μου διακινεί η μικρή. Ξέρω ότι είναι δική της η απόφαση. Ο δρόμος είναι μεγάλος. Η Τζένη εκεί να χαμογελάει. Είμαι όμως η πιο κατάλληλη να της το πω.

Ναι, θα κάνω ό,τι μπορώ να με εμπιστευτεί. Να σπάσει τη σιωπή. Μακάρι να δεχτεί τη βοήθεια, απαντάει νοητά στη μάνα της μικρής, πίσω από την κλειστή πόρτα.

Το διήγημα περιλαμβάνεται στο βιβλίο: Ειρήνη Νομικού - Συλλογή Διηγημάτων “Οι Ατάσθαλες”. Εκδόσεις Λυκόφως, 2022

Η Ειρήνη Νομικού σπούδασε Οικονομικά, Διοίκηση Επιχειρήσεων και εργάστηκε στο Marketing. Έχει παρακολουθήσει εκπαιδεύσεις σε Life Coaching, Art Therapy, Υποκριτική και Δημιουργική Γραφή. Έχει εκδώσει ένα μυθιστόρημα, τα διηγήματα Οι Ατάσθαλες (Λυκόφως, 2022), το αστυνομικό Το σπιτάκι στον κήπο (Λυκόφως, 2024). Συμμετέχει στο Δίκτυο «Η Φωνή της» και στην ομάδα διδασκαλίας «Πίσω Θρανία».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου