"Ο φεμινισμός δεν κυλάει σε - δυτικά - κύματα", της Μαρίας Γκασούκα

 

Όπως είναι γνωστό, η θεωρία για την εξέλιξη της φεμινιστικής σκέψης, των φεμινιστικών κινημάτων και αγώνων υπό τη μορφή κυμάτων είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη και για ορισμένες/ους προσεγγίζεται ως καθολικά αποδεκτή. Συχνά, μάλιστα, λειτουργεί νομιμοποιητικά στο εσωτερικό του φεμινισμού, κατά τη συνηθισμένη επίκληση του δίπολου παράδοση/συντήρηση - πρόοδος. Πιο συγκεκριμένα, στο πλαίσιο της θεωρίας αυτής, το πρώτο κύμα συνδέεται με την περίοδο της διεκδίκησης της γυναικείας ψήφου, το δικαίωμα των γυναικών στην εκπαίδευση κ.ά. Το δεύτερο κύμα, που διαμορφώθηκε γύρω από την ιστορική και πάντα επίκαιρη διαπίστωση πως «το προσωπικό είναι πολιτικό», συνδέθηκε στενά με το αίτημα της σεξουαλικής απελευθέρωσης και της αυτοδιάθεσης των θηλυκών σωμάτων, αλλά και ευρύτερων δικαιωμάτων των γυναικών στην οικογένεια, την εργασία, την οικονομία, την πολιτική, την τέχνη και όχι μόνο. Το τρίτο κύμα έθεσε επιτακτικά ζητήματα έμφυλων ταυτοτήτων, εθνοτικότητας κ.λπ.

Σήμερα βρισκόμαστε σε ένα μάλλον νεφελώδες τέταρτο κύμα που εστιάζει σε έναν δικαιωματισμό, ο οποίος αυτοπροσδιορίζεται ως νέος, σύγχρονος, διαθεματικός, επικεντρώνοντας στον λόγο, τον συμβολισμό κ.ά. Τον τελευταίο μάλιστα καιρό, η νομιμοποιητική επίκληση του 4ου κύματος χρησιμοποιείται ιδιαίτερα από εκείνες/ους που αντικαθιστούν τον όρο «Γυναίκα» και τα ιστορικά, πολιτικά, ταξικά, έμφυλα αγωνιστικά συμφραζόμενά του με σχήματα ή/και όρους όπως λ.χ. «άτομα με μήτρα/έμμηνα».

Δεν συμφωνώ με την παραπάνω θεωρία, την οποία αφενός βρίσκω εγγενώς προβληματική, αφετέρου ως κατασκευή βαθιά δυτικοκεντρική και δεν είμαι η μόνη που διαφωνεί. Σημαντικές φεμινίστριες όπως η Oyěwùmí, Oyèrónké («The Invention of Women», 1997) και η María Lugones (Coloniality of Gender, 2008) της ασκούν σοβαρή κριτική, την οποία συμμερίζομαι. Και εξηγούμαι γιατί: Προφανώς και υπήρξαν συγκεκριμένες περίοδοι, ιδέες/απόψεις, με δυο λόγια, χαρακτηριστικά σημεία αναφοράς στην εξέλιξη του φεμινισμού, των αιτημάτων και των διεκδικήσεών του, ωστόσο, μια τέτοια προσέγγιση συνεπάγεται ευθύγραμμη και ενιαία τη συγκεκριμένη πορεία και, φυσικά, ουδέποτε υπήρξε τέτοια. Η θεωρία των φεμινιστικών κυμάτων είναι, παράλληλα, δυτικοκεντρική κατασκευή, η οποία έλκει την καταγωγή της από την ευρωπαϊκή και αμερικανική φεμινιστική σκέψη και τα ανάλογα κινήματα. Αδυνατεί όμως από την εμφάνισή της ήδη να συμπεριλάβει και να εκφράσει τις εμπειρίες, τις προσδοκίες, τις επιδιώξεις κ.λπ. γυναικών άλλων πολιτισμικών υποβάθρων σε ολόκληρο τον κόσμο.

Το γεγονός μάς υπενθυμίζει πως υπάρχουν τόσοι φεμινισμοί όσες και οι διαφορετικές συνθήκες ζωής των γυναικών και οι υλικές και συμβολικές τους ανάγκες, που συγκροτούν αιτήματα και προτεραιότητες συχνά διαφορετικά/ές από αυτά/ές των Δυτικών γυναικών. Ανάγκες και αιτήματα, πιθανά πολύ λιγότερο δικαιωματικού χαρακτήρα, που ίσως και να συνδέονται περισσότερο με την ίδια τους την επιβίωση. Κατά συνέπεια, φεμινιστικές εξηγήσεις περιβαλλόμενες «καθολικότητα» μέσω της «δυτικής αυθεντίας», συχνά αναπαράγουν ιεραρχίες και διακρίσεις στο εσωτερικό της φεμινιστικής σκέψης, αλλά και πρακτικής (παλιές/σύγχρονες, προοδευτικές/αναχρονιστικές κ.ά.). Άλλωστε, ο όρος «κύμα» φαντάζει, έτσι ή αλλιώς, ως φάση προόδου και κατακτήσεων, ολοκλήρωση μιας διαδικασίας που αποτελεί ταυτόχρονα την απαρχή μιας επόμενης. Γνωρίζουμε, ωστόσο, καλά ότι οι φεμινιστικές απόψεις, οι φεμινιστικές δράσεις, οι σχετικοί αγώνες και οι θυσίες που τις/τους συνοδεύουν δεν λειτουργούν διαδοχικά. Συνυπάρχουν, συνδιαλέγονται, διαφωνούν, συμμαχούν και, συχνά, συγκρούονται! Κατά την άποψή μου, δεν είναι δυνατόν η όποιες αναφορές τόσο στη φεμινιστική ιστορία όσο και στον σύγχρονο φεμινισμό να υπονοούν –ή και να εκφράζουν ρητά– μια αρχική αφετηρία και μια ενιαία, υποχρεωτική πορεία.

Αρέσει ή όχι, το ομολογούμε ή όχι, αυτή είναι η δυτική αφετηρία και οι θηλυκές εμπειρίες και μάχες που τη συνόδεψαν ως τις μέρες μας και δυστυχώς αποτελούν το μέτρο αξιολόγησης άλλων αφετηριών και δρόμων, αγώνων διαφορετικών. Και γνωρίζουμε, επίσης, πως οι παραπάνω δυτικοκεντρικές αντιλήψεις οδήγησαν σε ένα είδος «αποικισμού» και προκάλεσαν την αντίδραση και την αυστηρή κριτική άλλων, μη δυτικών φεμινισμών, τη φωνή των οποίων οφείλουμε να ακούσουμε με προσοχή, προκειμένου να συνδιαλλαγούμε μαζί τους, γεγονός που επιτάσσει και την αντίστοιχη αυτοκριτική εκ μέρους μας. Και παραθέτω κάτι που διάβασα και μου άρεσε: «Γιατί ο φεμινισμός δεν κυλά σε κύματα. Κυλά σε ποτάμια, παραπόταμους, καταρράκτες. Και κάποιες φορές, ξεσπά σαν θάλασσα – εκεί που δεν το περιμένει κανείς».

*Ομότιμη καθηγήτρια, Πανεπιστήμιο Αιγαίου


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου