"Η γυναίκα από την πρωτόγονη στην αγροτική οικονομία - Μια συνοπτική περιδιάβαση", ομιλία της Μαρίας Σκιαδαρέση κατά την παρουσίαση του τόμου, "Η Φωνή" της στο Νέο Φάληρο


 

Η θέση της γυναίκας σήμερα, τουλάχιστον στις δυτικές κοινωνίες, σίγουρα είναι βελτιωμένη σε σχέση με αυτή των εποχών της πατριαρχίας που δεν της επέτρεπε να διαχειρίζεται η ίδια τα περιουσιακά της στοιχεία, να έχει λόγο για την ανατροφή και τις σπουδές των παιδιών και άποψη για τα κοινά. Τότε δηλαδή που ήταν μόνον η “βασίλισσα” του σπιτιού της, όπως συνήθιζαν να της χρυσώνουν το χάπι, για να δέχεται και ιδεολογικά τον ρόλο της ως υποδεέστερο ον σε σχέση με τον άντρα.

Σήμερα η γυναίκα, νομικά, έχει ίσα δικαιώματα με τον άντρα, εργάζεται ισότιμα με αυτόν, παράγει, κερδίζει χρήματα, μεγαλώνει παιδιά μόνη της εκτός γάμου.

Παρ’ όλα αυτά όλο και πληθαίνουν οι ειδήσεις για κακοποίηση γυναικών -ψυχολογική, λεκτική και σωματική-, φόνους, ενδοοικογενειακή βία και άλλα τέτοια ζοφερά. Γιατί;

Η πατριαρχία, έτσι όπως στήθηκε μετά την επικράτηση των μεγάλων αυτοκρατοριών της Ανατολής, μεταλαμπαδεύτηκε στον δυτικό κόσμο, που έβγαινε τότε σιγά σιγά από τον πρωτογονισμό του, “αναπτυσσόμενος”, και συνεχίστηκε διογκούμενη έως ότου, κάποια στιγμή καθιερώθηκε πλήρως ως θεσμοθετημένος τρόπος επιβολής της αντρικής θέλησης απέναντι στη γυναίκα και συνολικά στην οικογένεια. Παράλληλα με την εξέλιξη αυτή παγιώνονται και τα σαφή χαρακτηριστικά των κοινωνικών τάξεων όπου εμφανίζονται αποκλίσεις συμπεριφοράς προς τη γυναίκα. Για παράδειγμα, οι γυναίκες του “λαού”, για να χρησιμοποιήσουμε μια λέξη που όλοι κατανοούν, σε μεγάλες ιστορικές περιόδους έζησαν πιο “ελεύθερες”, ή έτσι έδειχναν να ζουν, από τις αντίστοιχες γυναίκες της αριστοκρατίας και αργότερα της αστικής τάξης, δεδομένου ότι στην κυρίαρχη ταξική ανδροκρατική δομή η γυναίκα ήταν απλώς ένα εξάρτημα της πατριαρχικής κοινωνίας, όχι μόνο στον παραδοσιακό αλλά και στον νεωτερικό βιομηχανικό και μεταπρατικό κόσμο. Μην ξεχνάμε ότι στη Γαλλική Επανάσταση, παρότι οι γυναίκες συμμετείχαν ενεργά και ισότιμα με τους άντρες, κανείς από τους αστούς ηγέτες της δεν θεώρησε απαραίτητο να τις καταξιώσει ηθικά ή νομοθετικά, ούτε καν να αναφέρει τη γυναικεία δυναμική που αναπτύχθηκε καθ’ όλη εκείνη την εμβληματική εξέγερση.

 

Όμως τα πράγματα δεν ήταν έτσι από καταβολής ανθρώπινων κοινωνιών και, αν αυτό παρηγορεί τις γυναίκες, θα έλεγα ότι, στη διαχρονία τους, έζησαν και λειτούργησαν ελεύθερες, ως αυταξίες, πολύ περισσότερα χρόνια απ’ όσα έζησαν ως δορυφόροι των ανδρών.

Οι ερευνητές του παρελθόντας -19ου και 20ου αιώνα-, (αρχαιολόγοι, κοινωνικοί ανθρωπολόγοι, κ. α.) δέσμιοι της πατριαρχικής αντίληψης  με την οποία είχαν ανδρωθεί, πρόβαλαν και στις προ-γεωργικές, προ -ταξικές προϊστορικές κοινωνίες το μοτίβο του άντρα κυνηγού και της γυναίκας αυστηρά τροφοσυλλέκτριας επιφορτισμένης να μεγαλώνει στη σπηλιά ή στην καλύβα τα παιδιά που γεννούσε.

Να όμως που με την αρωγή της τεχνολογίας στην επιστημονική έρευνα, αποδείχτηκε ότι στις πρώιμες κοινωνίες όχι μόνο άντρας και γυναίκα ήταν εντελώς ισότιμοι, τόσο ώστε να κυνηγούν μαζί, να μαζεύουν μαζί καρπούς και ρίζες, να μεγαλώνουν μαζί τα παιδιά της ομάδας, αλλά και ότι η γυναίκα, ως υπεύθυνη για τα παιδιά που γεννούσε –κάτι που εντυπωσίαζε τον πρωτόγονο άνθρωπο-, είχε και τον πρώτο λόγο στην ανατροφή τους οπότε αυτή είχε τον έλεγχο των αποθεμάτων τροφής, της αποθήκευσής της και του καταμερισμού της, με λίγα λόγια, κρατούσε στα χέρια της όλη τη διαχείριση του πρώιμου εκείνου “οίκου”, γεγονός που της έδινε τον κυρίαρχο ρόλο και λόγο στην ομάδα. Αυτό διήρκεσε για αιώνες, έως ότου, με τις πρώτες συστηματικές εγκαταστάσεις, ο τρόπος ζωής του ανθρώπου άρχισε να αλλάζει.

Παρ’ όλα αυτά, η υπεροχή της γυναίκας μέσα στον κοινωνικό ιστό διαφαίνεται ακόμα σε εποχές ή τόπους που ναι μεν οι άνθρωποι είχαν ήδη εγκατασταθεί καλλιεργώντας πια τη γη και εκτρέφοντας εξημερωμένα ζώα, όμως η γυναίκα, κρατώντας ακόμα από παλαιότερα χρόνια την κυρίαρχη θέση της ως καλύτερη γνώστης της φύσης, λόγω της “μαγικής” ικανότητάς της να συνεχίζει τη ζωή μέσα από τον τοκετό, εξακολουθούσε να χαίρει ιδιαίτερης εκτίμησης και μάλιστα, με την εμφάνιση των πρώτων θρησκειών, είτε να λατρεύεται ως θεά είτε να υπηρετεί θεότητες ως ιέρεια, όπως συνέβαινε στην πρώιμη Αίγυπτο ή στη μινωική Κρήτη.

 

Οι μεγάλες αλλαγές ενέσκυψαν όχι μόνο για το γυναικείο φύλο αλλά και για τους μη κατέχοντες γη, μετά την παγίωση των εννοιών της ιδιοκτησίας και της περιουσίας, αφού δηλαδή πια επεκτάθηκε ανά τον τότε γνωστό κόσμο η πρώτη πολιτισμική και οικονομική επανάσταση της ανθρωπότητας, αυτή της μετάβασης από την τροφοσυλλογή στην καλλιέργεια της γης, γνωστή ως αγροτική επανάσταση.

Παρότι οι γυναίκες φαίνεται πως είναι οι πρώτες που διαπίστωσαν, ως υπεύθυνες της διαχείρισης της τροφή στην ομάδα, ότι το φυτό που μάζευαν και χρησιμοποιούσαν για να τραφούν μπορούσε, καλλιεργούμενο, να αποδώσει περισσότερους καρπούς, άρα αυτές είναι οι σπορείς της μετάβασης από την τροφοσυλλογή στην τροφοκαλλιέργεια, με το που θεωρήθηκε απαραίτητο να περιχαρακωθεί το κομμάτι γης που καλλιεργεί κάποιος ώστε να διαχωριστεί από εκείνο του άλλου, δηλαδή από τη στιγμή που εμφανίζεται η αίσθηση της ιδιοκτησίας, ο ρόλος της γυναίκας υποβαθμίζεται. Εκ των πραγμάτων γεννιέται η ανάγκη της υπόμνησης της διαφοράς του δικού μου από το δικό σου, μέσα σε κάθε ιδιοκτησία ιδρύεται το σπίτι, “ο οίκος”, με όσα συμπαρομαρτεί, και αναπτύσσεται η οικοτεχνία, με την οποία αρχικά ασχολούνται οι γυναίκες μένοντας στο σπίτι για να γεννούν όσο το δυνατόν περισσότερα εργατικά χέρια για την καλλιέργεια ενώ οι άντρες έχουν πια τον νου τους μην απειλήσει κάποιος την ιδιοκτησία τους. Σιγά σιγά παίρνουν και βοηθούς, αυτούς που δεν πρόλαβαν ή δεν μπόρεσαν για διάφορους λόγους να αποκτήσουν δική τους γη, φτιάχνουν τους δικούς τους στρατούς, όπως και οι άλλοι απέναντι, συνδιεκδικούν εδάφη και διεξάγουν πολέμους γι’ αυτά.

Η “δέσποινα του οίκου” παύει πια να κατέχει τον κύριο λόγο εφόσον οι άνθρωποι στο σπίτι αυξάνονται και επέρχεται καταμερισμός εργασιών. Έτσι η γυναίκα μένει κλεισμένη, υποκείμενη και αυτή στο ευρύτερο ιδιοκτησιακό καθεστώς  του άντρα, με κύριο ρόλο να κάνει παιδιά και να τα μεγαλώνει, κατά προτίμηση αρσενικά, εφόσον αυτά κληρονομούν την ολοένα αναπτυσσόμενη οικονομία γύρω από τον οίκο, την βιοτεχνία, τον μεταπρατισμό και όλες τις νέες οικονομικές δραστηριότητες, ενώ παράλληλα είναι αυτά που στρατεύονται. Έτσι, τα θηλυκά παιδιά θεωρούνται πλέον μη παραγωγικά και ο καλύτερος ρόλος που τους επιφυλάσσουν οι πατεράδες και τα αρσενικά αδέρφια τους είναι να κλείνουν συμφωνίες με αντιπάλους για να αποφύγουν κάποιο πόλεμο. Εν ολίγοις, οι επιγαμίες εφευρίσκονται ως ο πιο ασφαλής τρόπος να αποκτηθεί νέα γη. Σιγά σιγά η γυναίκα γίνεται ανταλλακτικό μέσον όπως κάποια αντικείμενα, το αλάτι για παράδειγμα, ή, αργότερα, τα μέταλλα.

 

Η θέση της γυναίκας δεν πρόκειται να αλλάξει πλέον, σε Ανατολή και Δύση, και ο βαθμός υποτέλειάς της σχετίζεται με τις κατά τόπους επικρατούσες αξίες,  θρησκείες ή ιδεολογήματα.

Η γυναίκα, ανάλογα και με την τάξη όπου ανήκε, πέρασε από πολλές εναλλαγές στην αντιμετώπισή της από τις πατριαρχικές πρακτικές, και δεν μπόρεσε να σηκώσει κεφάλι παρά αρκετά χρόνια μετά τον Διαφωτισμό (που ούτε αυτός, στο σύνολό του, σκέφτηκε να βελτιώσει ηθικά και νομικά τη θέση της γυναίκας), από τα μέσα του 19ου αιώνα, όταν βγήκε στους δρόμους, διεκδίκησε μια καλύτερη θέση στην κοινωνία και έκανε με μεγάλο κόπο, πόνο και δάκρυα, τον εικοστό πια αιώνα, σημαντικά βήματα.

Παρόλα αυτά ακόμα και σήμερα η γυναίκα παραμένει στο συλλογικό ασυνείδητο των ανδρών ο αποδέκτης των δικών τους βουλήσεων και όταν εκείνη δεν το δέχεται ασκούν επάνω της κάθε είδους βία -ανάλογα με την παιδεία και τον χαρακτήρα του καθενός. Γιατί, μην ξεχνάμε, ότι η εκμετάλλευση του ανθρώπου από τον άνθρωπο, που συντεταγμένα εκφράστηκε επί αιώνες μέσα από τις ταξικές διαφορές, δημιουργεί αντιπαλότητες ακόμα και ανάμεσα στους ανθρώπους μιας οικογένειας. Η ανέχεια, η έλλειψη παιδείας, η στέρηση αγαθών ή η οικονομική εξάρτηση, αλλά και η πτώση του ηθικού των ανθρώπων, ανδρών και γυναικών, ταΐζουν τον μινώταυρο της βίας. Και δυστυχώς, συνήθως λόγω σωματικής διάπλασης, το εύκολο θύμα είναι πάλι η γυναίκα.

 

Η Μαρία Ε. Σκιαδαρέση γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε Ιστορία και Αρχαιολογία στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ασχολήθηκε με την προϊστορική αρχαιολογία και αργότερα με τη νεότερη ιστορία. Επί χρόνια εργάστηκε σε αρχαιολογική ανασκαφή στην Κρήτη και παράλληλα δίδαξε ιστορία σε γαλλικό λύκειο. Κείμενά της δημοσιεύονται κατά καιρούς σε περιοδικά και εφημερίδες. Έχει γράψει μυθιστορήματα, νουβέλες, διηγήματα, βιβλία για παιδιά και εφήβους. Τελευταίο της βιβλίο: Σαν άνεμος-λόρδος Μπάιρον, εκδόσεις Πατάκη, 2021

Είναι μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου