3. Κύκλος Μαθημάτων Φύλου για τα μέλη του Δικτύου Γυναικών Συγγραφέων κατά της Έμφυλης Βίας και των Γυναικοκτονιών «Η Φωνή της». ΜΑΘΗΜΑ 3: Φεμινισμός-Φεμινισμοί. Ιστορία, διεκδικήσεις, Θεωρίες. Case Study: Ο Ελληνικός Φεμινισμός.


 Το Δίκτυο Γυναικών Συγγραφέων κατά της Έμφυλης Βίας και των Γυναικοκτονιών «Η Φωνή της» οργανώνει και προσφέρει στα μέλη του σεμινάριο Γυναικείων/Φεμινιστικών Σπουδών δύο κύκλων, τεσσάρων μηνιαίων διαλέξεων ο καθένας, με την επιστημονική ευθύνη της Ομότιμης Καθηγήτριας του Πανεπιστημίου Αιγαίου Μαρίας Γκασούκα.

 ΜΑΘΗΜΑ 3

 Φεμινισμός-Φεμινισμοί. Ιστορία, διεκδικήσεις, Θεωρίες. Case Study: Ο Ελληνικός Φεμινισμός.
από την Ελιάνα Καναβέλη, Διδάκτωρ Κοινωνιολογίας - Εκπαιδευτικός Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης

1

Ο όρος “φεμινισμός” χαρακτηρίζει ένα ευρύτατο σύνολο ιδεολογικών και θεωρητικών τοποθετήσεων, καθώς και ακτιβιστικών πρακτικών ή κινημάτων που αφορούν:

στη διεκδίκηση και καθιέρωση της ισότητας μεταξύ των φύλων και στην προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των γυναικών

στη συνειδητοποιημένη κριτική επιστημονικών και φιλοσοφικών θεωριών σχετικών με την υπόσταση του φύλου και της έμφυλης ταυτότητας των ανθρώπινων υποκειμένων.

Ο όρος φεμινισμός [feminisme] επινοήθηκε από τον Γάλλο οραματιστή σοσιαλιστή Charles Fourier (1772-1837) τον 18ο αιώνα για να περιγράψει την «θηλυκοποίηση» κάποιων αντρικών σωμάτων (Pilcher & Whelehan 2005: 48), ή την ενασχόληση προοδευτικών ανδρών με το ζήτημα της βελτίωσης της θέσης των γυναικών (McCann & Kim 2003: 1). Από εκεί η αρχική αγγλική χρήση του όρου feminism το 1894, κατά το συμπλήρωμα του Αγγλικού Λεξικού της Οξφόρδης του 1933 (Rendall 1985: 1), μεταλλάσσεται σταδιακά στο τωρινό της πλέγμα εννοιών.

Η μακρά ιστορία του χωρίζεται σε τρία λεγόμενα «κύματα» [waves], που αντιπροσωπεύουν περιόδους ακμής και δυναμικών επιδράσεών του στην κοινωνία, καθώς και δραματικών εσωτερικών ζυμώσεων και μεταλλάξεων (Humm 1995: 251). 

2

 ΦΕΜΙΝΙΣΜΟΙ

Πρώτο κύμα

Το πρώτο κύμα (Rendall 1985) περιλαμβάνει τον όψιμο 18ο (1790) έως τον πρώιμο 20ο αιώνα (παγκόσμιοι πόλεμοι).

Οι γυναίκες σε Βρετανία, Γαλλία και Ηνωμένες Πολιτείες οργανώνονται συστηματικά στη βάση της διεκδίκησης βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση, την αξιοπρέπεια και την αναγνώριση κοινωνικού ρόλου και νομικής υπόστασης, το δικαίωμα να κληρονομούν και να διαχειρίζονται την περιουσία τους, τη χειραφέτηση από τον απόλυτο έλεγχο των πατεράδων ή των συζύγων τους και, τέλος, μέσα από το κίνημα των σουφραζετών [suffragettes], διεκδικούν το δικαίωμα της ψήφου [women’s suffrage].

3

Δεύτερο κύμα

Το δεύτερο κύμα περιλαμβάνει τις δεκαετίες του 1960-1980, όπου  επιτεύχθηκαν οι πιο δραστικές αλλαγές στο ύφος, στο εύρος, και στην επίδραση του φεμινιστικού κινήματος, που από το 1966 γίνεται γνωστό ως «κίνημα για την απελευθέρωση των γυναικών» [Women’s Liberation Movement/Front].

Χαρακτηρίζεται από διαφοροποιήσεις και στοχευμένες εμβαθύνσεις σε θέματα τόσο φεμινιστικής πολιτικής στρατηγικής (αυτό που η Kate Millett oνόμασε το 1970 «πολιτικές του φύλου» [sexual politics]), όσο και οντολογικής «ουσίας», τα περισσότερα εκ των οποίων συνοψίζονται στη φράση-κλειδί της Carol Hanisch «το Προσωπικό είναι και Πολιτικό» (“the Personal is Political”) που σηματοδοτεί την άρρηκτη σχέση μεταξύ κοινωνικών δομών και πραγμάτωσης του έμφυλου υποκειμένου, καθώς και τη σημασία της καθημερινής ζωής των γυναικών (1969).

Την κυρίαρχη θέση της περιόδου αυτής σηματοδοτεί ο διαχωρισμός ενυπάρχοντος βιολογικού φύλου [sex] και επίκτητου κοινωνικού φύλου, ή έμφυλης ταυτότητας [gender].

Ο φεμινισμός του δεύτερου κύματος διασπάται σε πολλές διακριτές μορφές και ιδεολογίες, πολλές αλληλοσυγκρουόμενες ή αλληλεπικαλυπτόμενες Οι κυριότερες από αυτές τις θεωρίες είναι οι εξής: 

ριζοσπαστικός φεμινισμός

σοσιαλιστικός φεμινισμός

φιλελεύθερος φεμινισμός

υλιστικός φεμινισμός

γαλλικός φεμινισμός

οικο-φεμινισμός

 3Α

Ριζοσπαστικός φεμινισμός

Τάση του φεμινισμού που εμφανίστηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1960.

Βασική του θέση είναι ότι η καταπίεση των γυναικών προέρχεται από την κατηγοριοποίησή τους ως κατώτερης τάξης με βάση το κοινωνικό φύλο.

Η διάκριση όμως μεταξύ αρσενικού και θηλυκού, η οποία κατατάσσει ανθρώπους και συμπεριφορές, είναι κοινωνικά κατασκευασμένη και δεν βασίζεται σε αληθινές διαφορές ανάμεσα στα φύλα.

Ο μόνος τρόπος να ελευθερωθεί το άτομο είναι μέσω της απεξάρτησής του από κάθε μορφή του συστήματος θηλυκό-αρσενικό.

Οι εκπρόσωποι του ριζοσπαστικού φεμινισμού παραδέχονται ότι η πατριαρχία [patriarchy] είναι το βασικό χαρακτηριστικό της κοινωνίας και ότι οι γυναίκες είναι καταπιεσμένες από τους άντρες.

Επιμένουν ότι «το προσωπικό είναι πολιτικό».

Επιπρόσθετα, στο πλαίσιο του ριζοσπαστικού φεμινισμού θεωρείται ότι ο γυναικείος ρόλος της μητρότητας [maternity] και της σεξουαλικότητας [sexuality] χαρακτηρίζει αλλά και διαιωνίζει την υποταγή των γυναικών.

Τα κείμενα του ριζοσπαστικού φεμινισμού αποκάλυψαν το μέγεθος της βίας ενάντια στις γυναίκες και έτσι συνετέλεσαν στη δημιουργία μιας ισχυρής κίνησης για την προστασία της σωματικής υγείας των γυναικών, καθώς και στη δημιουργία ομάδων με στόχο την ανάπτυξη συνείδησης για τα θέματα αυτά.

 3Β

Φιλελεύθερος φεμινισμός [Liberal feminism]:

Πρόκειται για το πιο πρώιμο, αναγνωρίσιμο και «παραδοσιακό» είδος φεμινισμού, εφόσον αποσκοπεί στην ισότητα ανδρών και γυναικών μέσω πολιτικών, νομικών και πολιτισμικών κατοχυρώσεων (όπως η χρήση πολιτικώς ορθού λεξιλογίου), χωρίς όμως αλλαγές στις βαθύτερες δομές της κοινωνίας.

Επικεντρώνεται στην ατομική βελτίωση της μοίρας κάθε γυναίκας.

 Κυριότερη εκπρόσωπός του υπήρξε η Αμερικανίδα φεμινίστρια Betty Friedan, η οποία με τη δημοσίευση του The Feminine Mystique το 1963 άλλαξε τον τρόπο σκέψης των μεσοαστών Αμερικανίδων, κατονομάζοντας το πρόβλημα του εγκλωβισμού τους στο ρόλο της μητέρας και συζύγου.


Μαρξιστικός / σοσιαλιστικός φεμινισμός [Marxist/socialist feminism]:

 Ορμώμενες από τις θεωρίες του Καρλ Μαρξ περί εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης, Βρετανίδες σοσιαλίστριες και ριζοσπαστικές φεμινίστριες:

εξηγούν τη υποδούλωση των γυναικών στα πλαίσια ενός πατριαρχικού καπιταλισμού που εκτείνεται και στο σπίτι—εφόσον η γυναίκα αναγκάζεται να παραδώσει άνευ αμοιβής ή αναγνώρισης την εργασία, τη σεξουαλικότητά της και την αναπαραγωγική της ικανότητα, αγαθά περισσότερο χρηστικά παρά καταναλωτικά.

Επικεντρώνεται σε προσπάθειες για την ανάπτυξη της συλλογικής γυναικείας συνείδησης από «οργανικά» εμπλεκόμενες διανοούμενες.

4

Τρίτο κύμα

Το τρίτο κύμα χαρακτηρίζει τον φεμινισμό από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 ως και σήμερα.

Η φάση αυτή σηματοδοτείται αφενός από την κριτική και την απόρριψη προηγούμενων θέσεων του δεύτερου κύματος ως ασφυκτικά δογματικές (Walter 1999: 5), ουσιοκρατικές και μη-πολυ-πολιτισμικές, αφετέρου από τη στροφή στη θεωρία και σε μια ευρύτερη κριτική ανάλυση του κοινωνικού συστήματος παραγωγής νοήματος και σχέσεων εξουσίας, που παράγουν το έμφυλο υποκείμενο και διαμορφώνουν ακόμα και ιδιότητες που θα θεωρούνταν βιολογικά δεδομένα.

Οι κυρίαρχες τάσεις του τρίτου κύματος είναι οι εξής: Μεταμοντέρνος/μεταδομιστικός φεμινισμός [Postmodern/poststructuralist feminism]: Είναι το είδος του φεμινισμού που χαρακτηρίζει περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο το πνεύμα και τη μεθοδολογία του τρίτου κύματος, αν και οι επικριτές του υπογραμμίζουν την «ακαδημαϊκοποίηση» και «θεωρητικοποίησή» του. Βασίζεται σε θεωρίες του μεταμοντερνισμού [postmodernism], του μεταδομισμού [post-structuralism] και της αποδόμησης [deconstruction] που ανέπτυξαν από τη δεκαετία του 1960, μεταξύ άλλων οι Jacques Lacan, Michel Foucault και Jacques Derrida.

5

Τέλος, κάποιοι/ες θεωρητικοί, όπως η Ealasaid Munro (2013) κάνουν λόγο για την εμφάνιση του τέταρτου κύματος φεμινισμού.

Το τέταρτο κύμα φεμινισμού συχνά συνδέεται με τον διαδικτυακό φεμινισμό, ειδικά με αυτόν που ασχολείται με τα λεγόμενα κοινωνικά δίκτυα (social media) για να προωθήσει ζητήματα που άπτονται των θεματικών του φύλου, της σεξουαλικότητας και προωθούν την έμφυλη ισότητα και την κοινωνική δικαιοσύνη. Εκτός από τον διαδικτυακό φεμινισμό, το τέταρτο κύμα φεμινισμού ασχολείται με τη διαθεματικότητα (intersectionality).

6

Το φεμινιστικό κίνημα στην Ελλάδα

Με την κυκλοφορία του περιοδικού «Η Εφημερίς των Κυριών», στις 8 Μαρτίου 1887, σηματοδοτείται το ξεκίνημα του φεμινιστικού κινήματος στην Ελλάδα.

Επικεφαλής και εκδότρια του περιοδικού ήταν η δημοσιογράφος και συγγραφέας Καλλιρρόη Παρρέν.

Οι πρώτες φεμινίστριες ζητούν και αστικά δικαιώματα: να διαχειρίζονται οι ίδιες οι γυναίκες την περιουσία τους, να συμμετέχουν σε οικογενειακά συμβούλια και να αναλαμβάνουν την κηδεμονία των παιδιών τους.

Κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου τα αιτήματα των φεμινιστριών γυναικών στηρίζονται: στην ισότιμη κοινωνική ένταξη που προσφέρει στις γυναίκες η μισθωτή εργασία.

7

Οι πρώτες μεταρρυθμίσεις για τη γυναικεία εργασία και το εκπαιδευτικό σύστημα θεσπίζονται το 1909 από την κυβέρνηση των Φιλελευθέρων.

 Από το 1912 απαγορεύεται με νόμο η νυχτερινή εργασία των γυναικών και η συμμετοχή τους στα βαριά και ανθυγιεινά επαγγέλματα.

Λαμβάνονται τα πρώτα μέτρα για την προστασία της μητρότητας, σύμφωνα με τα οποία προβλέπεται άδεια ορισμένων εβδομάδων μετά τον τοκετό.

Η διεκδίκηση ψήφου συσπειρώνει σε κοινό αγώνα όλες τις φεμινίστριες. Ο «Σύνδεσμος για τα Δικαιώματα της Γυναίκας», που ιδρύθηκε το 1920, αποτελεί την πλέον αντιπροσωπευτική φεμινιστική οργάνωση για την προώθηση των γυναικείων διεκδικήσεων.

8

Η πολιτική εξουσία, υπακούοντας στις πιέσεις του φεμινιστικού κινήματος, αναγκάστηκε να παραχωρήσει τον Φεβρουάριο του 1930 δικαίωμα ψήφου για τις δημοτικές εκλογές στις γυναίκες, με τις εξής προϋποθέσεις:

Να έχουν ηλικία άνω των 30 ετών και να είναι εγγράμματες.

Οι γυναίκες θα ψηφίσουν στις επόμενες δημοτικές εκλογές το 1934.

Τον Απρίλη του 1944 η Κυβέρνηση του Βουνού, η Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ), δίνει το δικαίωμα στις γυναίκες να εκλέξουν και να εκλεγούν αντιπρόσωποι-εκλέκτορες, που στη συνέχεια θα αναδείξουν τα μέλη του «Εθνικού Συμβουλίου» (της Βουλής). Οι ψηφοφόροι θα έπρεπε να είναι 18 ετών και άνω και οι υποψήφιοι 21 ετών και άνω.

Στις 7 Ιουνίου 1952, με τον νόμο 2151, οι Ελληνίδες αποκτούν πλήρη εκλογικά δικαιώματα. Όμως οι γυναίκες δεν ψηφίζουν στις εκλογές που διεξάγονται τον Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς, γιατί δεν έχουν ενημερωθεί οι εκλογικοί κατάλογοι. Σε επαναληπτική ψηφοφορία που έγινε το 1953, εκλέγεται η Ελένη Σκούρα, η πρώτη Ελληνίδα βουλεύτρια.

9

Στο Σύνταγμα του 1975 τέθηκε το θεμέλιο της ισότητας των φύλων. Στο άρθρο 4, παρ. 1 και 2, διατυπώνεται ότι: “οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου. Οι Ελληνες και οι Ελληνίδες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις”.

Οι φεμινιστικές ομάδες εμφανίζονται στην Ελλάδα αμέσως μετά τη μεταπολίτευση.

Στα τέλη της δεκαετίας του 1970 και καθ’ όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 1980 φεμινιστικές ομάδες και πρωτοβουλίες με χαρακτηριστικά από το δεύτερο κύμα αρχίζουν και κάνουν την εμφάνισή τους ολοένα και συχνότερα. Οι ομάδες αυτές δίνουν δυναμικούς και αποφασιστικούς αγώνες για να υπερασπιστούν την αντισύλληψη καθώς και την αποποινικοποίηση των αμβλώσεων. Το 1986 το φεμινιστικό κίνημα κατορθώνει να πετύχει την αποποινικοποίηση της έκτρωσης.

10

Την περίοδο αυτή, περίοδο διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, παρατηρείται από τη μια να διευρύνεται η φεμινιστική ρητορική περί της γυναικείας απελευθέρωσης και από την άλλη οι φεμινιστικές διεκδικήσεις γίνονται αντικείμενο κρατικής μέριμνας μετατοπίζοντας το έδαφος από την αυτοοργάνωση και τους αγώνες των ίδιων των γυναικών, στη θεσμική διαχείριση. Αρχίζει έτσι να αναδύεται ένα είδος «κρατικού φεμινισμού».

Ακολουθεί η δεκαετία του ’90, οι φεμινιστικοί αγώνες και οι διεκδικήσεις αφομοιώνονται μέσα από έναν συνδυασμό αναγνώρισης, κρατικών παροχών και θεσμοποίησης.

Στη δεκαετία του ‘90 «ανθίζει» η κουλτούρα του καταναλωτισμού. Στα πλαίσια αυτού αναδεικνύεται ένας συγκεκριμένος τρόπος ζωής και αισθητικής:

αντικειμενικοποίηση του γυναικείου σώματος και από την άλλη επιβάλει εκ νέου τη φυσικοποίηση του γυναικείου ρόλου, προωθώντας την εικόνα της όμορφης, ευάλωτης, εξαρτημένης αλλά και συγχρόνως ποθητής γυναίκας καταναλώτριας.

Η πολιτική του κοινωνικού κράτους που ενισχύει την οικογένεια, μέσα από την παροχή χρηματικών επιδομάτων αλλά και μέσα από μια ρητορική «εθνικού κινδύνου» εξαιτίας του δημογραφικού ζητήματος, το lifestyle που χτίζει εικόνες ευτυχίας μέσα σε άκαμπτους έμφυλους ρόλους αλλά και η αδυναμία του φεμινιστικού κινήματος να δημιουργήσει δομές εναλλακτικές προς τη συζυγική ζωή, οδηγούν τις γυναίκες μαζικά εκτός των διαδικασιών του κινήματος.

 11

Για πάνω από μία δεκαετία, οι φεμινιστικοί προβληματισμοί εντοπίζονται σε

ακαδημαϊκούς χώρους

σε μικρές ομάδες με συγγραφικό κυρίως έργο, χωρίς να έχουν ενεργή συμμετοχή σε ευρείες κινηματικές διεργασίες και χωρίς να απασχολούν κεντρικά τη δημόσια συζήτηση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της μετάβασης είναι το φεμινιστικό περιοδικό Δίνη, που ξεκίνησε να εκδίδεται ως κομμάτι του φεμινιστικού κινήματος το 1986, για να διακόψει την κυκλοφορία του για δύο χρόνια και να επανεμφανιστεί με τέσσερα ακόμη τεύχη από το 1993 έως το 1997, αυτή τη φορά προσανατολισμένο στην επιστημονική φεμινιστική κριτική.

 12

Παρόλο που η δεκαετία του ’90 θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως περίοδος «σιωπής» φαίνεται ότι εντέλει υπήρξε μια περίοδο μετάβασης κατά την οποία δημιουργήθηκαν πολλές από τις ιδέες, τις τάσεις και τις κινητοποιήσεις που ανέδειξαν τη δυναμική τους στα πρώτα χρόνια του 21ου αι., ανάμεσα στις οποίες εγγράφονται η ίδρυση λεσβιακών, γκέι, αμφί, τρανς και queer ομάδων, η διοργάνωση του Athens Pride, οι εκδόσεις περιοδικών, εφημερίδων και βιβλίων, κινηματογραφικές, θεατρικές και καλλιτεχνικές εκδηλώσεις.

Στη δεκαετία του 2000 το φεμινιστικό κίνημα στην Ελλάδα δέχεται τις επιρροές του τρίτου κύματος έτσι όπως αυτό αναπτύχθηκε στις δυτικές χώρες.

Το πλαίσιο στο οποίο κινείται είναι πολλαπλό:

κρατικό-θεσμικό, σε ακαδημαϊκό καθώς και σε ακτιβίστικο-κινηματικό

13

Ο φεμινισμός της περιόδου αυτής θέτει ζητήματα:

σεξισμού, πατριαρχίας, έμφυλης βίας και καταπίεσης αλλά και δικαιωμάτων στη δημόσια ατζέντα.

Σε περιστατικά άσκησης έμφυλης βίας δίνει δυναμικό παρόν ενώ διεκδικεί και σε κρατικό-θεσμικό επίπεδο.

Βρίσκεται σε μια διαρκή διαδικασία διαλεκτικής με το υπάρχον κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο και συνομιλεί με όλα τα νέα κινήματα.

 14

Το φεμινιστικό κίνημα στην Ελλάδα δίνει διαρκώς το παρόν σε κρίσιμες μάχες για την ισότητα, την αντιμετώπιση της έμφυλης βίας κάνοντας την παρουσία του περισσότερο από ποτέ ορατή.

Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι σήμερα στην Ελλάδα δραστηριοποιείται ένα πλήθος φεμινιστικών, λοατκι+ και γυναικείων ομάδων με πλούσια δράση και βασικούς στόχους:

•Ο αγώνας εναντίον της βίας κατά των γυναικών και του τράφικινγκ.

•Ο αγώνας για την ισότητα στην εργασία και εναντίον της σεξουαλικής παρενόχλησης.

•Ο αγώνας για τη συμφιλίωση επαγγελματικών και οικογενειακών υποχρεώσεων και για τα δύο φύλα.

•Ο αγώνας για ισότητα στην πολιτική συμμετοχή, με θετικές διακρίσεις και ποσοστώσεις σε επίσημους φορείς της πολιτείας.

•Ο αγώνας για ισότιμη αντιμετώπιση της ομοφυλοφιλίας.

•Ο αγώνας για την αναλογική εκπροσώπηση των δύο φύλων στις ηγεσίες των συνδικαλιστικών και πολιτικών οργανώσεων ή κινημάτων.

•Ο αγώνας εναντίον του σεξισμού στα ΜΜΕ.

•Ο αγώνας για την ισότητα μεταξύ ντόπιων και μεταναστριών γυναικών.

•Ο αγώνας εναντίον της φτώχιας και της ανεργίας των γυναικών.

•Ο αγώνας για την ειρήνη,  εναντίον του πολέμου.

•Διεθνιστική αλληλεγγύη.

 15

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ

Το φεμινιστικό κίνημα στην Ελλάδα έχει σημειώσει μια μακρά πορεία, έχει δεχθεί τις επιδράσεις όλων των κυμάτων-ρευμάτων του φεμινισμού και βρίσκεται σε διαρκή επαφή και αλληλεπίδραση με τα κινήματα του εξωτερικού.

Στον απόηχο του ελληνικού “metoo” η αναβαθμισμένη επιρροή του φεμινισμού στην κοινωνία και την πολιτική έχει βρει διάφορες εκφράσεις.

Μεταξύ άλλων έχει επιδράσει στην αναγνώριση των πολλαπλών μορφών έμφυλης βίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα: η εισαγωγή και διευρυμένη χρήση του όρου “γυναικοκτονία”.

Προφανώς ο δρόμος ακόμα μέχρι την επίτευξη της ολοκληρωτικής ισότητας και μιας κοινωνίας απαλλαγμένης από στερεότυπα, προκαταλήψεις και έμφυλης βίας είναι μακρύς όμως δεν σταματάμε να παλεύουμε και να αγωνιζόμαστε.

Μέχρι τη νίκη καμιά μόνη!

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου